Ο Κόσμος Των Ενηλίκων Κατηγορία δημοσίευσης: Ενσυναίσθηση

Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που άργησα να ‘‘ενηλικιωθώ’’ και έζησα επί μακρόν στον υπέροχο κόσμο των παιδιών και έχω ακόμα νωπές τις αναμνήσεις που ευφραίνουν το νου και την καρδιά μου. Τελικά υποχώρησε, προσωρινά, ο κόσμος αυτός λόγω αγαθότητας και καλοσύνης, μέχρι να αποτυπωθεί μόνιμα μέσα μου από την αντίθεση του, ‘‘τον κόσμο των ενηλίκων’’. Έτσι γίνεται με όλα τα πράγματα, οι αντιθέσεις ορίζουν η μία την άλλη, το φως το σκοτάδι, το αρσενικό το θηλυκό, το ένα τα πολλά, το δίκαιο το άδικο.

Τα παιδιά είναι στην πλειοψηφία τους χαρούμενα. Ξέρουν μέσα τους ότι είναι μαθητές στη ζωή. Νιώθουν και καταλαβαίνουν ότι ζουν μία περίοδο ανάπτυξης και απόκτησης ικανοτήτων και γνώσεων. Αυτό το ‘‘ανολοκλήρωτον’’, το ‘‘πριν το πτυχίο’’ διάστημα, ο αγώνας με τον εαυτό που προσφέρει η μαθητεία σε οτιδήποτε, είναι ευεργετικό για την προσωπικότητα και γεμίζει χαρά τον μαθητή. Οι ενήλικες τα έχουν πάρει τα ‘‘πτυχία’’ τους και έχουν σταματήσει να μαθαίνουν οτιδήποτε. Αντί να αγωνίζονται με τον εαυτό τους για να γίνουν καλύτεροι,  ανταγωνίζονται τους άλλους, πράγμα κοπιαστικό και διαβρωτικό για την ίδια την ύπαρξή τους. Καλλιεργούν μία ταυτότητα / ένα Εγώ, που αναπόφευκτα δέχεται πλήγματα από την αλληλεπίδρασή του με τον κόσμο. Και έτσι, τις εσωτερικές συγκρούσεις τις αντιλαμβάνονται ως εξωτερικές και αγνοούν την ρίζα των προβλημάτων τους. Τα παιδιά είναι απαλλαγμένα από αυτό το Εγώ. Ξέρουν ότι δεν ξέρουν. Το γνωρίζουν αυτό βαθιά, βιωματικά. Γι’ αυτό είναι ταπεινά και απροκατάληπτα. Θ’ ακούσουν τη γνώμη οποιουδήποτε, φτάνει να τους πείσει. Οι μεγάλοι σε μία τέτοια περίπτωση νιώθουν ότι πρέπει να παραδεχτούν και το λάθος τους ή την άγνοιά τους. Δεν τους είπε κανείς να το κάνουν, αλλά έτσι νιώθουν – πράγμα δύσκολο για το Εγώ. Και αυτές οι δυσκολίες συμβαίνουν συχνά, αφού έχουν σταματήσει να μαθαίνουν και βλέπουν ‘‘ανταγωνιστές’’ σε διάφορους τομείς να είναι καλύτεροι από αυτούς.

Αυτή η στασιμότητα στη γνώση δημιουργεί και άλλα προβλήματα. Υπάρχει η αίσθηση ότι το καλό πρέπει να κρύβεται από τους άλλους, είτε πρόκειται για πληροφορία είτε για αντικείμενο ή οτιδήποτε άλλο. Διότι, αν φανερωθεί σε κοινή θέα, θα το κλέψουν ή θα μειωθεί η αξία του. Καλύτερα να κρυφτεί μέσα σ’ ένα συρτάρι ή πίσω από μία κουρτίνα του μυαλού, να το βλέπουν μόνο όσοι είναι από μέσα. Λογικό είναι. Αφού η στασιμότητα δημιουργεί την εντύπωση ότι κάτι που μοιράζεται, διαιρείται και άρα ελαττώνεται. Αντιθέτως, τα παιδιά ό,τι όμορφο και καλό έχουν, θέλουν να το δείχνουν. Να κάνουν επίδειξη. Ξέρουν ότι αναπτύσσονται και σύντομα θα το ξεπεράσουν και γι’ αυτό αξία έχει μόνο στο παρόν.

Τα παιδιά είναι απαλλαγμένα από την περιγραφή του κόσμου, την ίδια στιγμή που οι ενήλικες είναι φορτωμένοι μ’ ένα ασήκωτο βάρος από πεποιθήσεις, περιγραφές, θεωρίες για κάθε πράγμα. Σκέφτονται πολύ. Κάθε πράξη που γίνεται δεν την αφήνουν να τελειώσει. Για παράδειγμα αν κάποιον ωφελήσουν, μετά ζητάνε κι από πάνω αναγνώριση ή κάποιο άλλο αντάλλαγμα. Ψάχνουν να βρουν ποιος θα το μάθει, αν ανταμοίφτηκαν δίκαια και αν αυτός που ευεργετήθηκε νιώθει ευγνώμων ή κάτι άλλο. Δεν αφήνουν την απλότητα να μπει στη ζωή τους. Δεν αφήνουν ένα καλό που κάνουν να τελειώσει, για να πάνε στο επόμενο. Σκέφτονται τους ανταγωνιστές, την ταυτότητα ή ποιος ξέρει τι άλλο. Δεν βλέπουν τα παιδιά που ό,τι κάνουν τελειώνει με την ολοκλήρωσή του. Δεν κυνηγάνε την ευτυχία – την ζούνε. Αυτή είναι η φύση του ανθρώπου, να ζει απλά, όπως τα δέντρα κάνουν καρπούς. Οι ενήλικες νομίζουν ότι η φύση των δέντρων είναι να ποτίζονται και ότι αυτοί είναι γεννημένοι να τρώνε και να πίνουν. Μεγαλώνουν τα παιδιά τους επαγγελματικά προσανατολισμένα, με σκοπό το χρήμα. Τη στιγμή που σκοπός τους έπρεπε να είναι το καλό της κοινωνίας – το κοινωφελές έργο και πως γίνεται αυτό. Δηλαδή, να βρουν ποια είναι η ιδιαίτερη φύση τους, να την αναπτύξουν περαιτέρω και να προσφέρουν εαυτόν στην κοινωνία. Να ξεπεράσουν την υπάρχουσα γνώση και να βάλουν το λιθαράκι τους στον πανανθρώπινο πολιτισμό.

Οι ενήλικες ζούνε μία πλάνη μέσα στην πλάνη. Ο Χαλίλ Γκιμπράν στον Κήπο του Προφήτη, τους λέει ότι τα παιδιά τους δεν είναι παιδιά τους, δεν τους ανήκουν, έχουν άλλες ιδέες, όμως έπρεπε να τους πει και κάτι ακόμη. Ότι αυτοί όσο και να μεγαλώσουν, φαίνεται να παραμένουν  παιδιά των γονιών τους. Γίνονται η ηχώ τους μέσα στο χρόνο. Ελευθερία δεν ξέρουν τι θα πει. Ελευθερία από ιδεολογίες, από θρησκείες, από θεωρίες. Μόνοι τους πνίγονται στις αντιφατικές ιδέες τους. Μόνοι τους υποφέρουν, διότι αντιστέκονται στη ροή του γίγνεσθαι, πράγμα που τα παιδιά δεν το έχουν. Τίποτα καινούργιο δεν τα τρομάζει. Χαίρονται και απολαμβάνουν την επιδεξιότητα που έχουν να προσαρμόζονται.

Ένα επιπλέον πρόβλημα για τους ενήλικες είναι τα κουτάκια του μυαλού τους, η κατηγοριοποίηση των πάντων. Για παράδειγμα κάνουν ένα καλό και αμέσως βαφτίζουν τον εαυτό τους ευεργέτη και τον άλλο οφειλέτη. Πάνε σ’ ένα κατάστημα και είναι πελάτες. Πάνε σε μία γιορτή και κολλάνε πάνω τους την ταμπέλα του καλεσμένου που έχει δικαίωμα σε ένα μπουφέ φαγητών και ποτών. Ξεχνάνε ότι προσκαλούνται να συμμετέχουν, με την καλή τους διάθεση, στη γιορτή και τη χαρά του οικοδεσπότη. Αγνοούν γενικώς το συν στη συ(μ)μετοχή. Ξεχνάνε ότι είναι ένα μέρος ενός όλου ή ακόμα χειρότερα, δεν ξέρουν ποιο μέρος ποιου όλου αποτελούν. Συνεχώς βάζουν ταμπέλες – στους ανθρώπους, στις καταστάσεις, στον εαυτό τους. Και έπειτα ενοχλούνται όταν μία ταμπέλα δεν είναι τιμητική για τους ίδιους. Τους χαλάει το όνομα, η ταυτότητα, η υστεροφημία. Δεν βλέπουν ότι η γη είναι μία κουκίδα στο σύμπαν, ότι ο τόπος που ζουν είναι μία κουκίδα στη γη και ότι οι ίδιοι είναι μία κουκίδα της κουκίδας της κουκίδας κοκ. Όταν γυρνάνε στο σπίτι τους το βράδυ, όσοι είναι τυχεροί, βγάζουν έστω για λίγο όλες τις ταμπέλες και φανερώνουν τη ”γύμνια” τους στη γυναίκα τους, στα παιδιά τους. Ενώνονται μαζί τους και μοιράζονται τις στιγμές. Τι λύτρωση…

Ακόμα και αυτό όμως, δεν το συνειδητοποιούν πως συμβαίνει. Την επόμενη μέρα, παρόλο που μπορεί να ξημερώνει Κυριακή πρέπει πάλι να υπηρετήσουν την ηθική τους: ‘‘Κάνε αυτό για να είσαι καλό παιδί’’. Και το παιδί σκέφτεται: ‘‘Και εσύ τι κάνεις? Νομίζεις δεν βλέπω τι περνάει από το χέρι σου και τελικά τι αποφασίζεις να κάνεις?’’. ‘‘Δεν υπάρχει ηθική. Όλα αυτά τα περί συμπεριφοράς, αφορούν μόνο την αισθητική σας. Εμείς τα παιδιά έχουμε την δική μας αισθητική, το δικό μας τρόπο’’. ‘‘Γιατί θέλετε να μας κάνετε σαν τα μούτρα σας?’’. ‘‘Γιατί μας χρησιμοποιείτε για να καλύψετε τη γύμνια σας, την ανεπάρκειά σας?’’. ‘‘Αφήστε μας ν’ ανθίσουμε, να δώσουμε τα αρώματά μας στον κόσμο. Αφήστε μας επιτέλους ήσυχα…’’.