Μεγαλώνοντας ένα νήπιο Κατηγορία δημοσίευσης: Γενικά

Μεγαλώνεις ένα νήπιο και η ζωή δεν είναι όπως ακριβώς την είχες φανταστεί. Ξυπνάς το πρωί και πρέπει να πας στη δουλειά και θέλεις να τη ντύσεις και να την πας στo σταθμό, αλλά αυτή αποφάσισε ότι σήμερα δε θέλει να ντυθεί αλλά να μείνει με τις πιτζάμες ή -αν καταφέρεις να τις βγάλεις-  με τα μπουτάκια έξω. Και εξηγείς. Και πεισμώνει. Και ξαναπροσπαθείς. Και αρχίζει να κλαίει ή να φωνάζει και όταν τελικά την έχεις πείσει, δε θέλει να φορέσει το κολάν με τα λουλουδάκια αλλά το λοζζ με τις καρδούλες πράγμα που μπορεί να το μετανιώσει αρκετές φορές πριν καταφέρεις να της βάλεις την μπλούζα, ενώ της λες το αγαπημένο της παραμύθι… Φυσικά δεν έχεις προλάβει ούτε να πας τουαλέτα. Ο μπαμπάς της φέρνει το γάλα, αλλά αυτή θέλει το κίτρινο καλαμάκι με τις ρίγες και δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό εκείνη τη στιγμή από αυτό. Και όταν το καλαμάκι καταφθάνει θέλει να πάει τουαλέτα, ο μπαμπάς προσφέρεται,  αλλά  θέλει να πάει μόνο  με τη μαμά… Ακόμα ένα παραμύθι όσο πίνει το γάλα της και κάπου ανάμεσα στην εξιστόρηση έχεις καταφέρει να ντυθείς. Για χτένισμα ούτε λόγος.

Τσάντες επ’ ώμου, αγκαλιά και παπούτσια. Αλλά αυτό το τελευταίο δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση. Γιατί τα παιδικά παπούτσια φτιάχτηκαν για να τα διαλέγουμε και να τα βάζουμε στη σειρά δίπλα από της μαμάς και του μπαμπά έξω από την πόρτα, αλλά σε καμία περίπτωση για να τα φοράμε. Εκτός αν φοριούνται χωρίς κάλτσες. Εκεί κάτι μπορεί να πετύχεις. Αλλά η ώρα των διαπραγματεύσεων έχει ξεφύγει των ορίων της και τα παπούτσια σίγουρα μπορούν να φορεθούν και στο αυτοκίνητο…

Φτάνετε μονίμως αργοπορημένοι και το να την αφήσεις δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα, γιατί ξαφνικά το πείσμα και ο θυμός έχουν μαγικά μεταλλαχτεί σε ένα απαράμιλλα γλυκό παράπονο όταν μια τρυφερή φωνούλα σου λέει : ‘Μανούλα μου που πας? Δε θέλω να με αφήσεις, θέλω να είμαι πάντα δίπλα σου…’  Κι εκεί που δεν έβλεπες την ώρα να βρεθείς στο γραφείο σου, να πιεις έναν καφέ με την ησυχία σου και να τρέξεις όλες  τις δουλειές της ημέρας, ξαφνικά θες να τα παρατήσεις όλα, να την σφίξεις στην αγκαλιά σου και να της πεις : ‘Κι εγώ καρδούλα μου… Δε θέλω τίποτα άλλο πιο πολύ από αυτό…’  Και της το λες.

Όμως τις περισσότερες φορές φεύγεις. Και φτάνεις στο γραφείο με ανακούφιση και τύψεις μαζί. Ξεχνιέσαι δουλεύοντας και αρχίζεις πολύ σύντομα να ανυπομονείς να βρεθείς και πάλι κοντά της… Το απόγευμα είναι όλο δικό σας, όμως δεν είναι ούτε αυτό πάντα, όπως το ονειρευόσουν. Και φτάνει το βράδυ που μετά από ανάγνωση όλης της παιδικής βιβλιοθήκης έχεις καταφέρει να την κοιμίσεις.

Και τότε την κοιτάς. Και κάνεις μερικά βήματα πίσω…  πέρα από τα όρια του χρόνου και της πραγματικότητας και σκέφτεσαι πως αυτό το μικρό ανθρωπάκι που τόσο γαλήνια κοιμάται δίπλα σου, δεν ξεκίνησε να σου κάνει πείσματα έτσι ξαφνικά ούτε σκοπίμως. Αυτό το μικρό πλασματάκι που ήταν πλήρως εξαρτώμενο από εσένα, κολλημένο στο στήθος σου για τόσους μήνες, μεγαλώνει. Και  κτίζει σιγά σιγά τη δική του υπέροχη προσωπικότητα. Και ξέρει τι θέλει. Και το διεκδικεί. Νιώθει τις δυνάμεις του και τις εξερευνά. Όχι, τα δίχρονα δεν έχουν βάλει σκοπό να μας κάνουν τη ζωή δύσκολη. Είναι αναπτυσσόμενοι άνθρωποι που διεκδικούν το ρόλο και τον χώρο τους μέσα στην οικογένεια.

Και αυτό εδώ το μικρούλι με τις ξανθιές μπουκλίτσες που έχει κουλουριαστεί δίπλα μου είναι ο πιο υπέροχος άνθρωπος που έχω γνωρίσει…