Το Παιδί Που Μένει Παιδί Κατηγορία δημοσίευσης: Ενσυναίσθηση
Το νεογέννητο βρέφος με την πρώτη του αναπνοή αφήνει τα σκοτεινά ύδατα, εισέρχεται σε έναν καινούριο αερόβιο κόσμο και προσπαθεί να καταλάβει τι καταρρέει και τι απομένει στη θέση του. Ξαφνικά φως, αέρας, ήχοι, μυρωδιές, κατακλύζουν τις αισθήσεις του. Όλα νέα, όλα ξένα. Μέσα στην τρομάρα του, ψάχνει κάτι οικείο, κάτι από τα περασμένα. Το βρίσκει αμέσως στην αγκαλιά της μητέρας του. Αυτή την μυρωδιά την ξέρει καλά. Δέρμα με δέρμα. Εδώ μόνο νιώθει ασφάλεια. Δεν πεινάει, δεν διψάει – από τον θηλασμό θέλει το πρωτόγαλα, όχι μόνο ως τροφή, αλλά ως ουσία που του δίνει τη δύναμη να αντέξει στο νέο του περιβάλλον. Πρώτα απ’ όλα το ενδιαφέρει να ξεπεράσει αυτό το μεγάλο σοκ, που χωρίς άμυνες το απορρόφησε η ψυχή ατόφιο και έκανε πληγή.
Αρχικά, η όσφρηση του βρέφους το καθοδηγεί και το βοηθά να αναγνωρίσει τη μητέρα του, που μόνη είναι η οικογένειά του. Ίσως η φωνή του πατέρα του να ακούγεται γνωστή, αλλά μάλλον πρόκειται για κάποιον… μακρινό συγγενή. Η πληγή από το σοκ θα επουλωθεί σε σαράντα ημέρες περίπου. Για αυτό το διάστημα η μητέρα είναι αναγκαίο να τα παρατήσει όλα και να βρίσκεται δίπλα του. Αυτή είναι η πρώτη πράξη αποδοχής και στήριξης του νέου μέλους της οικογένειας. Αυτό είναι το πρώτο παράδειγμα αυτοθυσίας από την πλευρά της μητέρας για χάριν του παιδιού της. Το υποσυνείδητο τα καταγράφει όλα, τίποτα δεν ξεχνιέται.
Το σαράντα ημερών βρέφος έχει συνηθίσει την παρουσία του πατέρα ή και των υπόλοιπων μελών της οικογένειάς του. Οι αισθήσεις του δεν λειτουργούν στο 100%, ακόμα φιλτράρουν τους ‘‘θορύβους’’ για να πιάσουν σήμα και δεν τις εμπιστεύεται, αλλά αυτό που λειτουργεί αξιόπιστα είναι μία έκτη αίσθηση. Είναι η εντύπωση που αποκομίζει κάθε στιγμή από το περιβάλλον του, παρόμοια με την επίγευση που αφήνει το κρασί στο στόμα μόλις το καταπιούμε. Η αλήθεια δεν κρύβεται από το βρέφος. Όσο και αν όλοι του φέρονται καλά, αυτό αναπτύσσει τις δικές του συμπάθειες, με κριτήριο αυτή την έκτη αίσθηση.
Το βρέφος δεν είναι πονηρό, διακατέχεται από γαλήνη και αθωότητα και μπορεί να αναγνωρίζει την αθωότητα στις καρδιές των ανθρώπων. Αυτό είναι το σημείο συναντήσεως και επικοινωνίας των μελών της οικογένειας με το νεογέννητο μωρό. Γι’ αυτό βλέπουμε παππούδες και γιαγιάδες να γίνονται παιδιά με τα εγγόνια τους. Είναι γι’ αυτούς μία μεγάλη ευκαιρία να μαλακώσουν την καρδιά τους. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να επικοινωνήσουν με ένα μωρό και αυτό κερδίζουν με τη συναναστροφή τους με τα εγγόνια τους. Συμπεριφέρονται με ενσυναίσθηση και ας μην το ξέρουν.
Όπως οι μεγάλοι μιμούνται το μωρό στην αθωότητα και το παιχνίδι για να το προσεγγίσουν, έτσι και αυτό αρχίζει δειλά δειλά να μιμείται τους μεγάλους στην όποια διάθεση και συμπεριφορά, για να επικοινωνήσει μαζί τους. Ο γονιός που το ξέρει αυτό, μπορεί από πολύ νωρίς να αναγνωρίσει στο παιδί του τις αντιγραφές που επιχειρεί στα λόγια και στις κινήσεις των μεγάλων. Το παιδί είναι σαν μία μηχανή που προγραμματίζεται από το περιβάλλον της. Με άλλα λόγια, δεν είναι μόνο η άμεση σχέση των ενηλίκων με το μωρό που το επηρεάζει και το διαμορφώνει, αλλά και η σχέση των ενηλίκων με τον εαυτό τους και μεταξύ τους, που την αφουγκράζεται το μωρό αρχικά με την έκτη αίσθησή του και στη συνέχεια με όλες τις αισθήσεις του.
Όταν το παιδί αρχίζει πλέον καθαρά να μιμείται τα μέλη της οικογένειάς του, σημαίνει ότι πλέον αναπτύσσει ταυτίσεις με πρόσωπα και συμπεριφορές. Βάζει τον εαυτό του να ρωτάει όμοια με όσους έχει ακούσει να ρωτάνε και θέλει τους άλλους να γνωρίζουν και να απαντούν όμοια με όσους έχει δει να απαντάνε. Λίγο αργότερα φαντάζεται ότι μπορεί ακόμα και να σώσει τον κόσμο, όπως κάνουν οι σούπερ ήρωες που βλέπει στην τηλεόραση. Μεγαλώνει και συμπεριφέρεται πολλές φορές σαν να απευθύνεται σ’ ένα αόρατο τεράστιο κοινό, με αποκορύφωμα την εφηβική ηλικία, που κάποια στιγμή ακούει μία εσωτερική φωνή να του λέει: ‘‘Τώρα είναι η ώρα ν’ αλλάξεις!’’. Όμως και πάλι ψάχνει γύρω του και όχι μέσα του. Ψάχνει κοινωνικά σύνολα με όμοιες με τις δικές του απόψεις και ικανότητες (αθλητικοί και μουσικοί σύλλογοι, ωδεία, νεολαίες πολιτικών οργανισμών κτλ) και δοκιμάζει να ενταχθεί μέσα τους για να δει που ανήκει, για να ανακαλύψει ποια είναι η ταυτότητά του.
Όμως ο καιρός περνά και ο ενήλικας πλέον έχει για ταυτότητα ένα κομμάτι πλαστικοποιημένο χαρτί, μαζί με κάποια πτυχία, ένα επάγγελμα και μία διεύθυνση. Στις αναποδιές του φταίνε οι άλλοι και στις επιτυχίες η δόξα είναι δική του. Δεν κατανοεί ότι δεν άλλαξε τίποτα από τότε που ήτανε μωρό. Συνεχίζει και μιμείται οτιδήποτε του είναι οικείο. Συνεχίζει να προγραμματίζεται από το περιβάλλον του, από τις ταινίες που βλέπει, από τα νέα που παρακολουθεί, από τη μουσική που ακούει, από τις παρέες που κάνει, τα φαγητά που τρώει. Αυτό δεν θ’ αλλάξει μέχρι το τέλος της ζωής του, εκτός κι αν είναι τυχερός και ακούσει για δεύτερη φορά τη φωνή μέσα του, επιτακτικά να του λέει: ‘‘Τώρα είναι η ώρα ν’ αλλάξεις!’’